- σφαιρικόν
- σφαιρικόςglobularmasc acc sgσφαιρικόςglobularneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ATLAS — I. ATLAS Agitator celebris in certamine curuli; apud Silium Italicum l. 16. ubi ludos a Scipione celebratos in A frica memorat: eius currum, qui quartô locô exierat, solo Campaso equo (utpote primatio, funali nempe sinistro) nominatim laudato… … Hofmann J. Lexicon universale
обратьнѣ — (1*) нар. В виде сферы, подобно шару: Гл҃ють естьствословци ины стухи˫а и вода. обратнѣ въображають знамень˫а. (κατὰ τὸ σφαιρικὸν ἀνατυποῦσϑαι σχῆμα) ГБ XIV, 82а … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
σφαιρικός — ή, ό / σφαιρικός, ή, όν, ΝΜΑ [σφαίρα] 1. αυτός που έχει σχήμα σφαίρας, σφαιροειδής («σφαιρικό σώμα») 2. αυτός που ανήκει στη σφαίρα, ο σχετικός με τη σφαίρα («σφαιρική επιφάνεια») νεοελλ. 1. μτφ. ολόπλευρος («έγινε σφαιρική αντιμετώπιση τού… … Dictionary of Greek